πρώτοισιν

πρώτοισιν
πρότερος
before
masc/neut dat pl (epic ionic aeolic)
πρῶτος
before
masc/neut dat pl (epic ionic aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • πρωτοῖσιν — πρωτός destined masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οίομαι — οἴομαι, επικ. τ. ὀΐομαι, συνηρ. τ. οἶμαι και ενεργ. τ. οἴω, επικ. τ. ὀΐω, λακων. τ. οἰῶ (Α) 1. προαισθάνομαι, προμαντεύω, προβλέπω («γόον δ ὠΐετο θυμός», Ομ. Οδ.) 2. προσδοκώ, περιμένω να συμβεί κάτι 3. υποπτεύομαι, υποψιάζομαι («ἦ τινά που δόλον …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”